Ὑπερόχους

Ὑπερόχους
Ὑπέροχος
masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ὑπερόχους — ὑπέροχος prominent masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βίκινγκς ή Νορμανδοί — Οι κάτοικοι των σκανδιναβικών χωρών που, ως θαλασσοπόροι, πολεμιστές, πειρατές και έμποροι, εξορμούσαν στις θάλασσες και στις ακτές της βόρειας Ευρώπης από τον 7o έως τον 11o αι., φτάνοντας μέχρι την Ισλανδία, τη Γροιλανδία και το Λαμπραντόρ. Οι… …   Dictionary of Greek

  • Δάντης — (Φλωρεντία 1265 – Ραβένα 1321). Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Ιταλού ποιητή Ντάντε Αλιγκέρι (Dante Alighieri). Ο Δ. υπήρξε από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνους τους… …   Dictionary of Greek

  • Θαμποάνγκα — (Zamboanga). Πόλη (601.794 κάτ. το 2000) των Φιλιππίνων και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (15.997 τ. χλμ., 2.831.342 κάτ.). Βρίσκεται στο ακρότατο σημείο της ανατολικής χερσονήσου Mιντανάο και θεωρείται η κοιτίδα του πολιτισμού των Mόρος. Τα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”